Το παρακάτω κείμενο είναι του Λουκά Μπονιάτη, ο οποίος υπήρξε αντιπρόεδρος και μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου μας.
Μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα, δεν επιτρεπόταν να χτίζονται από τους Έλληνες της Δωδεκανήσου εκκλησίες και σχολεία. Έτσι, ο ντόπιος πληθυσμός ήταν αναγκασμένος να ασκεί τα θρησκευτικά του καθήκοντα είτε στις εκκλησίες που ήταν κτισμένες στα χωριά πριν την Οθωμανική κατάκτηση του νησιού το 1522, είτε σε μικρές και πρόχειρες κατασκευές στους νέους οικισμούς. Οι νέοι αυτοί οικισμοί - τα μαράσια είχαν δημιουργηθεί από το μηδέν γύρω από το κάστρο της Ρόδου, μετά την εκδίωξή του ντόπιου πληθυσμού από τις κατοικίες του εντός του κάστρου. Όλες οι κατασκευές που υπήρχαν εκτός του κάστρου, οικίες, εκκλησίες κτλ, είχαν καταστραφεί από τους ντόπιους και τους ιππότες πριν την πολιορκία του 1522, ώστε να μην αποτελέσουν ορμητήρια από τον Οθωμανικό στρατό.
Η πρώτη εκκλησία που πήρε άδεια να οικοδομηθεί, ήταν τα Εισόδια της Θεοτόκου (Μητρόπολη στην αρχική της μορφή, μετέπειτα έγιναν προσθήκες) το 1750. Μάλιστα η άδεια που έδωσε ο πασάς λέγεται πως είχε τον όρο να κατασκευαστεί σε 40 ήμερες.
Μετά το 1830, αρχίζει η μαζική οικοδόμηση εκκλησιών στα χωριά, συνήθως στην θέση των προϋπαρχόντων, αφού πρώτα τις γκρέμιζαν, ώστε να επαναχρησιμοποιήσουν τα υλικά στην νέα εκκλησία που θα οικοδομούνταν.
Η πλειοψηφία των χωριών είχε ξεκινήσει την ανέγερση των εκκλησιών πριν το 1858 και σε πολλές περιπτώσεις οι ναοί είχαν ολοκληρωθεί. Η συντριπτική πλειοψηφία των χωριών επέλεξαν τον τύπο της μονόχωρης βασιλικής -με ένα κλίτος.
Έτσι, το 1858 αποφασίζουν στη Σορωνή να ξεκινήσουν την κατασκευή του νέου ναού στη θέση του πολύ μικρότερου παλαιού ναού.
Το εντυπωσιακό της υπόθεσης είναι ότι οι Σορωνιάτες δεν αποφασίζουν να κτίσουν μια εκκλησία στα μέτρα του χωριού τους, αλλά τολμούν και παίρνουν την απόφαση αυτό το μικρό και φτωχό χωριό, να παραβλέψει το κόστος και τον κόπο της προσωπικής εργασίας και να κατασκευάσουν την μεγαλύτερη εκκλησία που είχε κατασκευαστεί στην Ρόδο από το 1750 έως εκείνη την στιγμή.
Επέλεξαν τότε ως πρότυπο την μεγαλύτερη εκκλησία που είχε οικοδομηθεί έως εκείνη της στιγμή και αυτή ήταν του Ταξιάρχη Μιχαήλ στο χωριό Αρχάγγελος. Ήταν μόλις η δεύτερη τρίκλιτη βασιλική που είχε κτιστεί εκείνη την εποχή στην Ρόδο, μετά από εκείνην της Μητρόπολης στην οποία στον αρχικό ναό του 1750 προστέθηκαν τα 2 επιπλέων κλίτη το 1842. Επίσης να σημειώσουμε ότι η άλλη τρίκλιτη βασιλική παρόμοιου τύπου βρίσκετε στα Αφάντου, όπου στον αρχικό ναό του 1839 έγινε προσθήκη των δύο κλιτών το 1966. Ο ναός στον Αρχάγγελο είχε ολοκληρωθεί το 1854 αλλά χωρίς τον πρόναο, ο οποίος προστέθηκε σε δεύτερη φάση πριν το 1885.
Καλούν λοιπόν τον αρχιτέκτονα του παραπάνω ναού και του λένε ότι θέλουν να κάνουν έναν παρόμοιο με του Αρχαγγέλου. Κάνουν επιπλέον προσθήκη του πρόναου με τον γυναικωνίτη και με τις εξωτερικές σκάλες που ήταν επιπλέον 6 μέτρα (στον Αρχάγγελο όπως είπαμε το αντίστοιχο μέρος προστέθηκε σε δεύτερη φάση).
Αφού συμφωνούν, έβαλαν τα όρια της εκκλησίας για να ανοιχτούν τα θεμέλια ακριβώς όπως εκείνα του Αρχαγγέλου συν τον πρόναο. Ο αρχιτέκτονας έφυγε για να πάει σε άλλες δουλειές του που βρίσκονταν σε εξέλιξη και θα επέστρεφε όταν θα είχαν ανοίξει τα θεμέλια για να ξεκινήσουν οι εργασίες. Τότε κάποιοι Σορωνιάτες αποφάσισαν να κάνουν και τον κυρίως ναό μεγαλύτερο από αυτόν του Αρχαγγέλου, γιατί έτσι και αλλιώς η όλη εκκλησία ήταν ήδη μεγαλύτερη με την προσθήκη του πρόναου που είχαν κάνει. Την νύχτα λοιπόν πάνε κρυφά και με πρώτο τον Μαστροκωσταντή (του Μαλιάκκα ο πάππους, όπως χαρακτηριστικά μου είχε πει ο Σταυριανός Ρεουλλάς) και μεγαλώνουν τα όρια του κυρίως ναού κατά 2 περίπου μέτρα στο μήκος. Αυτήν την ενέργεια, την έκρυψαν από τον αρχιτέκτονα γιατί ήξεραν ότι δεν θα την ενέκρινε. Τελικά δεν το πήρε είδηση ο αρχιτέκτονας και ξεκίνησαν οι εργασίες. Όταν όμως έφτασε η στιγμή να κλείσουν τον κεντρικό κλίτος, διαπίστωσε ότι δεν έκλεινε σύμφωνα με τα σχέδια που είχε από τον ναό του Αρχαγγέλου και τότε μόνο αναγκάστηκαν να του πουν τι έκαναν, αλλά ήταν ποια αργά και έπρεπε να βρει τρόπο να προχωρήσει η εκκλησία όπως ήταν.
Πάντα υπήρχε η απορία αν αυτή η ιστορία ήταν αληθινή, αλλά για την επιβεβαίωση της θα έπρεπε να μετρηθούν με ακρίβεια οι δύο ναοί. Ένα όμως εκπληκτικό βιβλίο, έλυσε το μυστήριο. Η διδακτορική διατριβή του κ. Γεωργίου Η. Ντέλλα με τίτλο: Οι σταυροθολιακές εκκλησίες της Δωδεκανήσου 1750-1924
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο - Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Αθήνα 2011.
Σε αυτό υπάρχει η ανάλυση με αρχιτεκτονικά σχεδιαγράμματα 76 εκκλησιών - μοναστηριών της Ρόδου, 51 των υπόλοιπων Δωδεκανήσων και 7 της Μικράς Ασίας.
Σύμφωνα με αυτό, οι διαστάσεις του ναού του Αρχαγγέλου με την προσθήκη σε Β φάση του πρόναου είναι 28,35 Χ 13,00 μέτρα ενώ της Σορωνής 30,50 Χ 12,95 μέτρα.
Επίσης αναφέρει ότι λόγω της αναφοράς του κώδικα της εκκλησίας της Σορωνής σε <πρωτομάστορη Κωνσταντήν> βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο αρχιτέκτονας ενδεχόμενος να ήταν ο Κωνσταντίνος Χατζηπαρασκευάς, που είχε κτίσει τον Άγιο Αθανάσιο στην Σύμη το 1854-1855 και τον είχαν επιλέξει οι Συμιακοί ως τον πλέον καλύτερο μάστορα της Ρόδου. Ο Σταυριανός Ρεουλλάς υποστήριξε ότι ο Σορωνιάτης Μαστροκωσταντής, είχε αναλάβει μεγάλο μέρος της κατασκευής της εκκλησίας με την καθοδήγηση του αρχιτέκτονα που παράλληλα εκτελούσε και άλλες κατασκευές στην Ρόδο. Να αναφέρουμε εδώ ότι η κτητορική επιγραφή του Αρχαγγέλου μεταξύ άλλων αναφέρει: < δι΄ αρχιτέκτονος Στεφάνου Ελευθερίου>. Στην εκκλησία της Σορωνής δεν υπάρχουν τέτοια στοιχεία. Επίσης στην παραπάνω διδακτορική διατριβή υπάρχουν αρκετές παραπομπές στις μελέτες που έχει κάνει ο γνωστός στην Σορωνή από την διδασκαλία του στο γυμνάσιο, κ. Χάρης Κουτελάκης, ο οποίος έχει κάνει αναλυτική καταγραφή των τέμπλων πολλών εκκλησιών της Δωδεκανήσου και είναι μέλος της Παλιάς Σορωνής.
Άλλα στοιχεία για το χτίσιμο της εκκλησίας σύμφωνα με τις αφηγήσεις.
· Από τη νότια πλευρά της εκκλησίας, τα θεμέλια είναι σκαμμένα πάνω σε ρότσα. Από τη βόρια πλευρά η ρότσα (σκληρό αδιαπέραστο υπέδαφος) κατέβαινε πολύ κάτω και έτσι για να είναι σταθερά τα θεμέλια χτίσανε ολόκληρο τοιχίο από τη ρότσα μέχρι το πάτωμα. Λέγετε ότι στη βόρια πλευρά, όσο είναι το ύψος του τοίχου της εκκλησίας τόσο είναι και το τοιχίο που χτίσανε από τη ρότσα έως τα θεμέλια. Τις πέτρες τις κατεβάζανε με βίντζι.
· Πέρα από τα οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν από την κατεδάφιση της προγενέστερης μικρότερης εκκλησίας, έφεραν και από τα ερείπια και άλλων μοναστηριών, όπως του Παρανιμιώτη όπως το έλεγαν στη θέση Ταξιάρχης, από τον Άγιο Δημήτριο στη θέση Καμίνια, από την Παναγιά την Καθολική κοντά στον άνω Αι Γιώργη κ.α. Μάλιστα λένε ότι τα μαρμάρινα σκαλιά μπροστά στο Ιερό, ήταν από την μεγάλη εκκλησία της Παναγίας Καθολικής. Έτσι εξηγείτε ότι σε αυτά τα ερειπωμένα μοναστήρια δεν υπάρχου σχεδόν καθόλου ερείπια.
Στο εσωτερικό του τοίχου της εκκλησίας που είναι χτισμένος με κακόπετρες, τοποθέτησαν πολλές στάμνες. Αυτό γινόταν γιατί βοηθούσε στην ακουστική.
· Κάθε οικογένεια του χωριού ήταν υποχρεωμένη κάθε 10-15 ημέρες να παραδίδει για το χτίσιμο της εκκλησίας δύο μισοκίλια (περ. 40 κιλά) κοπανισμένο βαστρί περασμένο από χειρομύλι για να γίνει σκόνη. Με αυτή τη σκόνη μαζί με ασβέστη και άμμο έφτιαχναν το κορασάνι και με αυτό κατασκευάζονταν ο κουπές της εκκλησιάς καθώς και ο σοβάς στον εξωτερικό τοίχο. Ο εσωτερικός τοίχος σοβατίστηκε 2 φορές με άμμο και ασβέστη ανακατωμένα με άχυρα.
Εννοείτε ότι υπήρχε προσωπική εργασία από όλους τους χωριανούς.
· Όταν η εκκλησία έφτασε στο ύψος που τελείωναν οι κολόνες και το τοίχος και θα ξεκινούσε το κλείσιμο της εκκλησίας, έπρεπε να τοποθετηθούν σιδερένιες βέργες από κολόνα σε κολόνα και ως τον τοίχο για να υπάρχει σταθερότητα και για να μην πάρουν κλήση οι κολόνες (από το βάρος της στέγης) και για προστασία από τους σεισμούς. Έτσι έκαναν παραγγελία εκτός Ρόδου τα ανάλογα σίδερα. Καθυστερούσαν όμως υπερβολικά να έρθουν και το έργο παρέμενε στάσιμο για πολύ καιρό. Έτσι αποφάσισαν να βάλουν κορφάδια (ξύλινους δοκούς από κυπαρίσσια του Προφήτη Ηλία) αντί για σίδερα για να μπορέσει να συνεχιστεί το έργο.
· Το τέμπλο φτιάχτηκε από ξύλο κυπαρισσιού επίσης από τον Προφήτη Ηλία. Τα σχέδια τα ζωγράφισε ο Γιακουμής Μάκρας ο οποίος μετά έφτιαξε και το τέμπλο της Ψίνθου και το σκάλισμα το έκανε ο Κουτσονικόλας με τους βοηθούς του. Το τέμπλο τελείωσε πολύ αργότερα το 1881 και υπάρχει σχετική επιγραφή. Το τέμπλο είναι από τα μεγαλύτερα της Ρόδου σε πλάτος και σε ύψος.
· Οι εικόνες του τέμπλου που απεικονίζουν Τον Χριστό, Την Παναγία την Χρυσοστομίτισα 1719, τον Πρόδρομο 1809, την πυρφόρος ανάβαση του Προφήτη Ηλία 1716, η εικόνα που απεικονίζει μαζί τον Άγιο Λουκά και τον Άγιο Κώνων (παρόμοια απεικόνιση υπάρχει στην μοναδική τοιχογραφία που σώζετε στο μοναστήρι του Αγίου Λουκά Γέρου 1460), του Μέγα Αθανασίου (αντικαταστάθηκε γύρο στο 1990 από νεότερη στο τέμπλο) και η μεγάλη εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, προέρχονται από την παλιά εκκλησία.
Για τις υπόλοιπες εικόνες που έπρεπε να συμπληρώσουν το τέμπλο, προσέλαβαν τον καλύτερο αγιογράφο της εποχής τον Σακελλάρη. Στις εικόνες δεν αναφέρονται στοιχεία της ταυτότητας του και μόνο η καταγωγή του ήταν γνωστή, Καλύμνιος. Από έρευνα ταυτοποιήθηκε ότι πρόκειται για τον Σακελλάρη Μαγκλή.
· Λίγα λόγια για τον σπουδαίο Καλύμνιο αγιογράφο. Γεννήθηκε το 1844, παράλληλα με τις σπουδές του δούλευε και ως σφουγγαράς. Σπούδασε και στο Μόναχο. Ήταν ο δάσκαλος των άλλων δυο κορυφαίων Καλύμνιων αγιογράφων Αλαχούζου και Οικονόμου. Πέρα από ναούς της Καλύμνου (Κεχαριτωμένης, Σωτήρως Χριστού κ.α) αγιογραφεί τον Άγιο Γεώργιο και τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο στην Σμύρνη καθώς τον ξακουστό ναό της Παναγίας των Αλατσάτων. Κερδίζει έναν διαγωνισμό αγιογραφίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τον προσκαλεί ο Πατριάρχης να αγιογραφήσει την επιβλητική εκκλησία της Αγίας Τριάδας στο Πέραν στην Κωνσταντινούπολη. Πέθανε σε ηλικία 42 ετών το 1886 από δηλητηρίαση από τον μόλυβδο που περιείχαν τα χρώματα του δούλευε.
· Οι εικόνες του τέμπλου που αγιογράφησε ο Σακελλάρης Μαγκλής είναι του Αγίου Σίλα και Σιλουανού, του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Μοδέστου που ήταν ο προστάτης των κτηνοτρόφων, του Οσίου Μιχαήλ Αρχιεπίσκοπου Συνάδων ή Αγία Κάρα ο οποίος ήταν προστάτης των γεωργών ειδικά για την εξολόθρευση των ακρίδων, καθώς και οι πόρτες του Ιερού με τον Άγιο Παύλο, τον Αρχάγγελο Γαβριήλ και της Ωραίας Πύλης με Τον Χριστό στην κολυμπήθρα. Επίσης ο Σακελλάρης ζωγράφισε τους Απόστολους στα κλίτη και ενδεχομένως τους Ευαγγελιστές στον άμβωνα. Η μεγαλύτερη και ωραιότερη αγιογραφία, ήταν του Παντοκράτορα, που κοσμούσε το θόλο του κεντρικού κλίτους, που δυστυχώς καταστράφηκε το 2017. Περιελάμβανε Τον Χριστό, τον σταυρό στο βάθος και τους τέσσερις Ευαγγελιστές με τα ιερά σύμβολά τους, Άγγελο, λέοντα, μόσχο και αετό. Λέγετε ότι όταν τελείωσε ο Σακελλάρης τον Παντοκράτορα, διαπίστωσε ότι ήταν το τελειότερο έργο που είχε ζωγραφίσει στη ζωή του μέχρι τότε. Έτσι είπε στην επιτροπή που του είχε αναθέσει την παραγγελία < πόσα θέλετε να σας δώσω για να μου δώσετε το έργο μου>. Αυτοί όμως δεν δέχτηκαν να του πουλήσουν το έργο του και το τοποθέτησαν εκεί όπου το προόριζαν.
· Οι σκάλες της εκκλησίας πριν χτιστούν με πέτρες το 1911, ήταν ημικυκλικά πλατύσκαλα με περιεχόμενο χώμα και οι οποίες ήταν ασβεστωμένες. Εκείνη την χρονιά 1911, πλακοστρώθηκε και η αυλή με πέτρα που μεταφέρθηκε από την Σύμη.
Οι εικόνες της παλιάς εκκλησίας που αναφέραμε ποιο πάνω έχουν πίσω τους κάθετο ξύλο που χρησίμευε για την περιφορά τους. Επίσης από την προηγούμενη εκκλησία προέρχονταν και οι φορητές εικόνες, η επαργυρωμένη του Αγίου Λουκά, του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Σίλα και Σιλουανού. Πολύ παλιά όλες αυτές οι εικόνες, κάποιες γιορτές τον χρόνο τις έπαιρναν τα παιδιά του σχολείου και τις έκαναν περιφορά σε όλα τα σπίτια του χωριού. Αυτό το έκαναν για ευλογία στα σπίτια και για να μαζευτούν κάποια λεφτά υπέρ της επιτροπής που ήταν επιφορτισμένη με τη μισθοδοσία των δασκάλων.
· Ενώ στα περισσότερα χωριά η κατασκευή των εκκλησιών ήταν υπόθεση τριών-τεσσάρων ετών, στην Σορωνή η περίοδος κατασκευής κράτησε 14 χρόνια και αν βάλουμε και τον χρόνο αποπεράτωσης του τέμπλου 23 χρόνια. Αυτό βέβαια οφειλόταν στο τεραστίων διαστάσεων εγχείρημα που είχαν αναλάβει να εκτελέσουν.
· Η χρηματοδότηση του έργου γίνονταν εκτός από προσωπική εργασία και τις δωρεές, από τα έσοδα της εκκλησίας από πώληση σύκων, σταφυλιών, σίτου και ελαιολάδου που καλλιεργούνταν στα κτήματα της. Επίσης από την διαχείριση λαδόμυλου, από τα ενοίκια του νερόμυλου στην Διμυλιά καθώς και τα ενοίκια από κτήματα. Πουλήθηκαν επίσης αγροτεμάχια που είχε στην κατοχή της η εκκλησία. Επιπλέον η επιτροπή έκανε ομολογιακά δάνεια από ενορίτες και μη, με μελλοντική εξόφληση. Ακόμα και το 1902 υπάρχουν εξοφλήσεις ποσών στον Μάκρα.
· Τα εγκαίνια έγιναν στις 20 Ιουλίου 1872 του Προφήτη Ηλία, τον οποίο τιμούσαν ιδιαίτερα διότι ήταν προστάτης των ορφανών και επίσης τον επικαλούνταν σε περιόδους ανομβρίας. Είχαν τοποθετήσει την εικόνα του διπλά από της Παναγίας της Χρυσοστομίτησας, στην θέση δηλαδή που έμπαινε η εικόνα του πολιούχου. Η εικόνα του πολιούχου Αγίου Λουκά έχει τοποθετηθεί σε ειδικό εικονοστάσι δεξιά του τέμπλου αγιογραφημένη <εν Σύμη 1884 δια χειρός Ξενοφώντος Σταυριού> (Κουτελάκης) και ακριβώς απέναντι η μεγάλη του Ταξιάρχη που τιμούσαν ιδιαίτερα. Οι μικρές εικόνες στο μέσον του τέμπλου ζωγραφίστηκαν αργότερα στις αρχές του αιώνα από δωρεές των διαφόρων οικογενειών.
· Το 1968, κατασκευάζεται το καμπαναριό. Για να εξασφαλιστεί το ποσό πουλήθηκε ένα κτήμα 8 στρεμμάτων στην Διμυλιά, όπου υπήρχε κάποτε ο νερόμυλος της εκκλησίας (το 1910 υπήρχε κονδύλι για την επισκευή του).
· Η μελέτη της διδακτορικής διατριβής του κ. Γεωργίου Η. Ντέλλα που περιλαμβάνει σχεδόν όλες τις εκκλησίες της Ρόδου που κατασκευάστηκαν από το 1750 έως το 1924, επιβεβαιώνει ότι ο Ιερός Ναός Αγίου Λουκά Σορωνής, είναι ο μεγαλύτερος ναός (χωρίς μεταγενέστερες προσθήκες) που είχε κατασκευαστεί στην Ρόδο αυτήν την περίοδο.
· Το πολυτιμότερο κειμήλιο που φυλάσσετε στον ναό, είναι τμήμα ιερού λειψάνου του Ευαγγελιστή Λουκά.
Τις παραπάνω πληροφορίες τις συνέλεξα από τους αείμνηστους πατήρ Σπυρίδωνα Κυπραίο, Σταυριάνό Παπαστεργή (Σταυριανάκι), Σταυριανό Ρεουλλά, τις γιαγιάδες μου Μαρία Μπονιάτη - Δημητρά και Ελένη Δημητρά - Κάκρη, από τις εργασίες των κ. Γεωργίου Η. Ντέλλα και κ. Κουτελάκη Χάρη, καθώς και από το διαδίκτυο για τον αγιογράφο Σακελλάρη Μαγκλή.